Επικοινωνήστε μαζί μας: 2463020835 | E-mail: ameakoz@yahoo.gr

Ν. 4611/19 (ΦΕΚ 73/17.05.2019 τεύχος Α') Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση και τους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, Συνταξιοδοτικές Ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, ενίσχυση της προστ

Ν. 4611/19 (ΦΕΚ 73/17.05.2019 τεύχος Α')  Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση και τους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, Συνταξιοδοτικές Ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, ενίσχυση της προστ

Ν. 4611/19 (ΦΕΚ 73/17.05.2019 τεύχος Α')

Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση και τους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, Συνταξιοδοτικές Ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

ΜΕΡΟΣ Α΄
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΠΡΟΣ ΦΟΡΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής

1. Το σύνολο των οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, υπάγονται σε ρύθμιση, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου.
2. Στη ρύθμιση του παρόντος υπάγονται νομικά και φυσικά πρόσωπα, ανεξάρτητα από την ύπαρξη εμπορικής ιδιότητας, τη διακοπή της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή/και τη διακοπή ή αλλαγή της ιδιότητας, λόγω της οποίας δημιουργήθηκε η οφειλή.
3. Στη ρύθμιση του παρόντος δύναται να υπαχθούν και οφειλές προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4469/2017 (Α΄ 62). Οι οφειλές του προηγούμενου εδαφίου υπάγονται αυτοτελώς χωρίς να επηρεάζονται οι όροι της ρύθμισης ως προς τους λοιπούς πιστωτές του ν. 4469/2017. Αν εκκρεμεί διαδικασία υπαγωγής οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στη ρύθμιση του ν. 4469/2017, η υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος είναι δυνατή με τροποποίηση μόνο των σχετικών στοιχείων της οφειλής προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στην αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4469/2017.
4. Στη ρύθμιση του παρόντος δεν υπάγονται οφειλές προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 (Α΄ 130). Αν εκκρεμεί διαδικασία υπαγωγής οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στη ρύθμιση του ν. 3869/2010, η υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος είναι δυνατή μόνον αν ο οφειλέτης παραιτηθεί από την εν λόγω διαδικασία για τις οφειλές προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος.

Άρθρο 2
Οφειλές μη μισθωτών

1. Το σύνολο των οφειλών των μη μισθωτών ασφαλισμένων, που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση του παρόντος. Κύρια οφειλή που δημιουργήθηκε από 1.1.2002 έως και 31.12.2016, επανυπολογίζεται, ανάλογα προς τον κλάδο ασφάλισης στον οποίο αφορά, σύμφωνα με ποσοστά υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών του τέταρτου εδαφίου της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 35, του πρώτου εδαφίου της παραγράφου. 1 του άρθρου 39, της παραγράφου 2 του άρθρου 41 και της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85). Ως βάση υπολογισμού ορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ίσχυε κατά την 31.12.2018. Οι πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκοι λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής κύριας οφειλής που δημιουργήθηκε από 1.1.2002 έως και 31.12.2016, επανυπολογίζονται επί του ποσού της κύριας οφειλής που προκύπτει σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια. Ο επανυπολογισμός των προηγούμενων εδαφίων λαμ- βάνει χώρα κατόπιν επιλογής του οφειλέτη.
2. Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση, παρέχεται έκπτωση ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) επί των πάσης φύσεων προσαυξήσεων, προσθέτων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση.
3. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).
4. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.

Άρθρο 3
Οφειλές προς Ο . Γ . Α .

1. Το σύνολο των οφειλών των ασφαλισμένων προς Ο.Γ.Α., που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση του παρόντος.
2. Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση παρέχεται έκπτωση εκατό τοις εκατό (100%) επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, προσθέτων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση.
3. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).
4. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από τριάντα (30) ευρώ.

Άρθρο 4
Οφειλές εργοδοτών

1. Το σύνολο των οφειλών των εργοδοτών από την απασχόληση εργαζομένων, που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση του παρόντος.
2. Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση παρέχεται έκπτωση επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, ως εξής:
α) Σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής της κύριας οφειλής, έκπτωση εκατό τοις εκατό (100%).
β) Σε περίπτωση τμηματικής καταβολής της κύριας οφειλής, έκπτωση πενήντα τοις εκατό (50%).
3. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).
4. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.

Άρθρο 5
Οφειλές από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές

1. Οφειλές από κάθε είδους παροχές που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως σε ασφαλισμένο ή συνταξιούχο έως και 31.12.2018 δύναται να υπαχθούν στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον δεν έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου σε βάρος του οφειλέτη λόγω των οφειλών αυτών.
2. Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση παρέχεται έκπτωση ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση.
3. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).
4. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.
5. Ειδικά για συνταξιούχους που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής των οφειλών της παραγράφου 1 με παρακράτηση των προβλεπόμενων δόσεων από το ποσό της σύνταξης, η υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος συνεπάγεται την έναρξη της παρακράτησης των δόσεων για την εξόφληση της εναπομένουσας οφειλής από το ποσό της σύνταξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, από τον επόμενο μήνα από την υπαγωγή στη ρύθμιση. Από την έναρξη της παρακράτησης του προηγούμενου εδαφίου, η προγενέστερη ρύθμιση παύει να ισχύει.

Άρθρο 6
Οφειλές από περισσότερες αιτίες

Σε περίπτωση οφειλών από περισσότερες αιτίες, κατά τις διακρίσεις των άρθρων 2 έως 5, οι οφειλές από κάθε αιτία ρυθμίζονται αυτοτελώς και ο οφειλέτης καταβάλλει αθροιστικά τις προκύπτουσες δόσεις κάθε ρύθμισης.

Άρθρο 7
Μετάπτωση από υφιστάμενη ρύθμιση

Με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 1, η υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος συνεπάγεται τη μετάπτωση του υπολειπόμενου ποσού οφειλής που έχει ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ, στη ρύθμιση του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή, επέρχεται απώλεια των διευκολύνσεων της προηγούμενης ρύθμισης. Ειδικά για συνταξιούχους που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών με παρακράτηση των προβλεπόμενων δόσεων από το ποσό της σύνταξης, το υπολειπόμενο ποσό οφειλής παρακρατείται σε μέχρι εκατόν είκοσι (120) δόσεις, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη αίτηση του συνταξιούχου. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από πενήντα (50) ευρώ.

Άρθρο 8
Αμφισβητούμενες οφειλές και οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης

1. Στη ρύθμιση του παρόντος δύναται να υπαχθούν, με επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές που έχουν δημιουργηθεί έως και 31.12.2018 και οι οποίες, κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, τελούν σε αναστολή είσπραξης, δικαστική ή διοικητική ή εκ του νόμου, ή αμφισβητούνται με την άσκηση προσφυγής ή ένδικου βοηθήματος ή μέσου.
2. Με την επιφύλαξη της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 17, η άρση της αναστολής είσπραξης ή της αμφισβήτησης των οφειλών που δεν συμπεριλήφθηκαν στη ρύθμιση δεν συνεπάγεται την έκπτωση του οφειλέτη από τη ρύθμιση του παρόντος.
3. Μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, δίχως να περιλαμβάνονται σε αυτή οι οφειλές της παραγράφου 1, η μεταγενέστερη υπαγωγή των οφειλών αυτών δεν είναι δυνατή, ακόμη και μετά την άρση της αναστολής ή της αμφισβήτησης.

Άρθρο 9
Δικαίωμα συνταξιοδότησης

1. Αν η οφειλή που υπάγεται σε ρύθμιση, όπως αυτή προκύπτει μετά τον υπολογισμό της σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6, είναι κάτω από το όριο που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 και της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 61 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115) και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του ν. 4144/2013 (Α΄ 88), ο οφειλέτης δικαιούται απονομής σύνταξης, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις. Ειδικά για την εφαρμογή του παρόντος, το όριο που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του ν. 4144/2013 διαμορφώνεται στο ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ για τους ασφαλισμένους του πρώην Ο.Γ.Α. που συμπληρώνουν το 67ο έτος της ηλικίας τους μέχρι την 31.12.2019.
2. Οι οφειλές της παραγράφου 1 καταβάλλονται σε μηνιαίες δόσεις, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6, που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).
3. Η υποχρέωση καταβολής καθορίζεται ως εξής:
α) Έως την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, ο οφειλέτης καταβάλλει τις δόσεις της ρύθμισης, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 11.
β) Από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την έναρξη καταβολής της σύνταξης, αναστέλλεται η υποχρέωση καταβολής των δόσεων της ρύθμισης. Οι δόσεις που αντιστοιχούν στο διάστημα του προηγούμενου εδαφίου παρακρατούνται αθροιστικά από το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται αναδρομικά για το διάστημα αυτό. Οι επόμενες δόσεις παρακρατούνται από το ποσό της σύνταξης κάθε επόμενου μήνα από αυτόν της έναρξης καταβολής της σύνταξης. Ειδικά κατά την περίοδο χορήγησης προσωρινής σύνταξης, από τη σύνταξη παρακρατούνται τα ποσά που αντιστοιχούν στο ελάχιστο ποσό δόσης. Η διαφορά μεταξύ του ποσού της οφειλόμενης δόσης και του ήδη παρακρατηθέντος ελάχιστου ποσού δόσης, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, παρακρατείται αθροιστικά από το ποσό της οριστικής σύνταξης που καταβάλλεται αναδρομικά για το διάστημα αυτό.
γ) Αν η αίτηση συνταξιοδότησης απορριφθεί, ο οφειλέτης υποχρεούται να αποπληρώσει, εντός τριών (3) μηνών από την επίδοση της απορριπτικής απόφασης, το σύνολο των δόσεων που αντιστοιχούν στο διάστημα από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την επίδοση της απορριπτικής απόφασης.
4. Αν η συνταξιοδότηση διακοπεί λόγω λήξης του δικαιώματος, ο οφειλέτης εξακολουθεί να υπάγεται στη ρύθμιση.
5. Αν έχουν καταβληθεί εφάπαξ ποσά για την εξόφληση ασφαλιστικών οφειλών με σκοπό τη συνταξιοδότηση και τα ποσά αυτά δεν επαρκούν για τον σκοπό αυτό, η οφειλή δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση του παρόντος, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, ως εξής:
α) Η αρχική οφειλή, δίχως τον συνυπολογισμό των καταβολών, υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6.
β) Από το ποσό της οφειλής, όπως προκύπτει σύμφωνα με την περίπτωση α΄, αφαιρούνται τα εφάπαξ ποσά που έχουν καταβληθεί.
γ) Το ποσό της οφειλής, όπως προκύπτει σύμφωνα με τις περιπτώσεις α΄ και β΄, εντάσσεται στη ρύθμιση του παρόντος.
Αν το ποσό της οφειλής, που προκύπτει μετά τον επανυπολογισμό, είναι μικρότερο από αυτό που έχει καταβληθεί, το υπερβάλλον δεν αναζητείται.

Άρθρο 10
Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης

1. Η βασική οφειλή που υπάγεται στη ρύθμιση του παρόντος, όπως αυτή προκύπτει μετά τον υπολογισμό σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6, κεφαλαιοποιείται κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και αντί τόκων, πρόσθετων τελών και προσαυξήσεων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, κατά την κείμενη νομοθεσία, επιβαρύνεται, από τον επόμενο μήνα από αυτόν της υπαγωγής στη ρύθμιση, με τόκο που υπολογίζεται με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πλέον πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογιζόμενο.
2. Αν μετά από έλεγχο προκύψει οφειλή αναγόμενη σε χρονική περίοδο της ρύθμισης, είναι δυνατή είτε η εφάπαξ εξόφλησή της είτε η ένταξή της στη ρύθμιση με ανακαθορισμό των ποσών της ρύθμισης.
3. Ο οφειλέτης δύναται να επιλέξει, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, την εφάπαξ εξόφληση του υπόλοιπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων.

Άρθρο 11
Υποβολή αίτησης - Τηρητέα διαδικασία

1. Το δικαίωμα υποβολής αίτησης για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος παρέχεται άπαξ ανά οφειλέτη.
2. Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος υποβάλλεται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4. Κατ’ εξαίρεση, όπου υπάρχει αδυναμία πιστοποίησης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, η αίτηση υποβάλλεται στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΚΕΑΟ.
3. Για τους οφειλέτες των άρθρων 2 και 3, η διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση περιλαμβάνει δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο ζητείται ο προσδιορισμός της οφειλής μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΕΦΚΑ. Στους οφειλέτες του άρθρου 2 που επιλέγουν επανυπολογισμό της οφειλής παρέχεται ενημέρωση για το ύψος της οφειλής, όπως διαμορφώνεται πριν και μετά τον επανυπολογισμό. Μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου και τη διαβίβαση της προσδιοριζόμενης, κατά τα προηγούμενα εδάφια, οφειλής στο ΚΕΑΟ, υποβάλλεται αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΚΕΑΟ.
4. Για τους οφειλέτες των άρθρων 4 και 5, υποβάλλεται απευθείας αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΚΕΑΟ.
5. Αρμόδια όργανα για την έκδοση της απόφασης υπαγωγής στη ρύθμιση είναι οι προϊστάμενοι των περιφερειακών υπηρεσιών του ΚΕΑΟ.
6. Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 9, η πρώτη δόση της ρύθμισης καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα από τον μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση. Με την απόφαση υπαγωγής στη ρύθμιση καθορίζεται το ποσό κάθε δόσης, ο αριθμός των δόσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Άρθρο 12
Δικαιολογητικά

Για την παράγραφο 4 του άρθρου 1 προσκομίζεται στις περιφερειακές υπηρεσίες του ΚΕΑΟ δήλωση παραίτησης από τη διαδικασία υπαγωγής των οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στη ρύθμιση του ν. 3869/2010, σύμφωνα με το άρθρο 294 Κ.Πολ.Δ..

Άρθρο 13
Καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση

Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος υποβάλλεται έως 30.9.2019.

Άρθρο 14
Χορήγηση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας

1. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής και οι λοιποί όροι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, δύναται να χορηγείται στον οφειλέτη αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας διμηνιαίας ισχύος.
2. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής και οι λοιποί όροι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, χορηγείται στις επιχειρήσεις της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951 (Α΄ 179) αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας για την είσπραξη λογαριασμών δημοσίου έργου, εφόσον για το έργο για το οποίο χορηγείται το αποδεικτικό δεν υφίστανται τρέχουσες ή ληξιπρόθεσμες οφειλές. Σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής, χορηγείται αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας με παρακράτηση ποσού ίσου με την οφειλή.

Άρθρο 15
Αναστολή ποινικών διώξεων και μέτρων εκτέλεσης

Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής και οι λοιποί όροι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος:
α) Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη. Ειδικά για κατασχέσεις στα χέρια τρίτων που έχουν επιβληθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 60 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115).
β) Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α΄ 136), αναστέλλεται η εκτέλεση ποινής που έχει επιβληθεί ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, αυτή διακόπτεται.

Άρθρο 16
Αναστολή παραγραφής οφειλών

Η παραγραφή των οφειλών, για τις οποίες έχει υποβληθεί αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα
(1) έτος από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της τελευταίας δόσης της ρύθμισης ή από την έκπτωση από τη ρύθμιση.

Άρθρο 17
Απώλεια της ρύθμισης

1. Η ρύθμιση του παρόντος απόλλυται, εάν:
α) Δεν καταβληθεί ποσό δόσεων που αντιστοιχεί σε δύο (2) δόσεις της ρύθμισης.
β) Δεν καταβληθούν βεβαιωμένες οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την 1.1.2019. Ειδικά επί μη μισθωτών ασφαλισμένων, ως βεβαιωμένες οφειλές νοούνται αυτές που προκύπτουν μετά το πέρας της ετήσιας εκκαθάρισης, σύμφωνα με τις 61501/3398/30.12.2016 (Β΄ 4330) και 61502/3399/30.12.2016 (Β΄ 4330) υπουργικές αποφάσεις, και βεβαιώνονται στο ΚΕΑΟ.
γ) Δεν καταβληθούν εντός τριών (3) μηνών από την άρση της αναστολής ή της αμφισβήτησης, οι οφειλές που κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση τελούσαν σε αναστολή είσπραξης, δικαστική ή διοικητική ή εκ του νόμου, ή αμφισβητούνταν με την άσκηση προσφυγής ή ένδικου βοηθήματος ή μέσου και δεν υπήχθησαν στη ρύθμιση του παρόντος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8.
δ) Δεν καταβληθεί το σύνολο των δόσεων που αντιστοιχούν στο διάστημα από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την επίδοση της απορριπτικής απόφασης, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 9.
2. Η ρύθμιση δεν απόλλυται, εάν οι οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την 1.1.2019 τελούν σε αναστολή είσπραξης, διοικητική, δικαστική ή εκ του νόμου, ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, οι όροι της οποίας τηρούνται.
3. Αν ο οφειλέτης αποβιώσει πριν την ολοκλήρωση της ρύθμισης, η ρύθμιση συνεχίζεται από τους κληρονόμους του. Κατά τη διάρκεια της προθεσμίας αποποίησης και για τρεις (3) μήνες μετά τη λήξη της δεν επέρχεται έκπτωση του κληρονόμου. Σε περίπτωση προσώπων που έλκουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω θανάτου του οφειλέτη, οι δόσεις της ρύθμισης παρακρατούνται από το ποσό της σύνταξης που τους μεταβιβάζεται, σύμφωνα με τους όρους της ρύθμισης.
4. Η απώλεια της ρύθμισης επιφέρει τις ακόλουθες συνέπειες:
α) Την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης.
β) Την αναβίωση της οφειλής και των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής στην κατάσταση που είχαν κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, πριν τον τυχόν επανυπολογισμό τους, και την κατάστασή τους ως ληξιπρόθεσμων και απαιτητών. Για τον υπολογισμό του οφειλόμενου ποσού, το ποσό που έχει καταβληθεί κατά τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος έως την απώλειά της αφαιρείται από το ποσό της οφειλής που αναβιώνει, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο.
γ) Την άρση της αναστολής των μέτρων εκτέλεσης και
των ποινικών διώξεων του άρθρου 15.
δ) Την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής με όλα τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία μέσα.

Άρθρο 18
Εξουσιοδοτικές διατάξεις

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δύναται να επανακαθορίζονται η διαδικασία και τα αρμόδια όργανα του άρθρου 11 και τα δικαιολογητικά του άρθρου 12, να παρατείνεται η προθεσμία του άρθρου 13 και να καθορίζονται τυχόν ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ

Άρθρο 19
Σύνταξη λόγω θανάτου

1. Οι ηλικιακοί περιορισμοί του πρώτου, δεύτερου και τρίτου εδαφίου της υποπαραγράφου Α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85) καταργούνται. Οι συντάξεις λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου καταβάλλονται στους επιζώντες συζύγους ανεξάρτητα από την ηλικία τους, ακόμα και μετά την παρέλευση τριετίας.
2. Η περίπτωση α΄ της υποπαραγράφου Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας τους».
3. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 οι λέξεις «πέντε (5) ετών» αντικαθίστανται από τις λέξεις
«τριών (3) ετών».
4. Στην περίπτωση α΄ της υποπαραγράφου Α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 οι λέξεις
«ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%)».
5. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Μετά την πάροδο της τριετίας, αν ο επιζών εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, καταβάλλεται, αναλόγως της χρονικής διάρκειας της εργασίας ή αυτοαπασχόλησης, το πενήντα τοις εκατό (50%) της σύνταξης, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται των κατώτατων ορίων των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της υποπαραγράφου Β΄ της παραγράφου 4.».
6. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Ειδικότερα, αν το ποσό της σύνταξης, όπως προκύπτει από τον υπολογισμό του σύμφωνα με το άρθρο 14, είναι μεγαλύτερο του καταβαλλόμενου κατά την 12.5.2016 ποσού σύνταξης, τα ποσοστά της υποπαραγράφου Α΄ της παραγράφου 4 υπολογίζονται επί του μεγαλύτερου ως άνω ποσού. Αν το ποσό της σύνταξης, όπως προκύπτει από τον υπολογισμό του σύμφωνα με το άρθρο 14, είναι μικρότερο του καταβαλλόμενου κατά την 12.5.2016 ποσού, τα ποσοστά της υποπαραγράφου Α΄ της παραγράφου 4 υπολογίζονται επί του καταβαλλόμενου ως άνω ποσού.».
7. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, και σε όσες αποφάσεις συνταξιοδότησης έχουν ήδη εκδοθεί κατ’εφαρμογή του ν. 4387/2016.

 

Άρθρο 20
Αναγνώριση ως πλασματικού χρόνου ασφάλισης του χρόνου για την απόκτηση διδακτορικού τίτλου

Ο χρόνος πραγματοποίησης των διδακτορικών σπουδών των μελών Διδακτικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΔΕΠ) των Πανεπιστημίων, των ΤΕΙ και της Ανώτατης Σχολής Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΑΣΠΑΙΤΕ), των Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΣΕΙ), του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΕΕΠ) και των ερευνητών και Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ) των ερευνητικών κέντρων, ινστιτούτων και τεχνολογικών φορέων του άρθρου 13Α του ν. 4310/2014 (Α΄ 258) και των ερευνητικών κέντρων της Ακαδημίας Αθηνών και του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) και μέχρι πέντε (5) έτη, αναγνωρίζεται ως πλασματικός χρόνος ασφάλισης με αίτηση του ενδιαφερομένου και εξαγοράζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 34 του ν. 4387/2016, εφόσον ο διδακτορικός τίτλος αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση διορισμού τους. Ο χρόνος του προηγούμενου εδαφίου δεν συνυπολογίζεται στο ανώτατο όριο της παραγράφου 4 του άρθρου 17 του ν. 3865/2010 (Α΄ 120) και της παραγράφου 6 του άρθρου 40 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165) και αναγνωρίζεται τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος όσο και για την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης. Σε περίπτωση μη εξαγοράς του, ο χρόνος πραγματοποίησης των διδακτορικών σπουδών συνυπολογίζεται μόνο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος και όχι για τον προσδιορισμό του δικαιούμενου ποσού σύνταξης.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΛΟΙΠΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ
ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 21
Παράταση ασφαλιστικής ικανότητας τέκνων θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 του ν. 4529/2018 (Α΄ 56) προστίθεται περίπτωση ζ΄ ως εξής:
«ζ. Ειδικά στα δικαιούχα σύνταξης τέκνα θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα και παροχές υγειονομικής περίθαλψης σε είδος ακόμα και μετά το 24ο έτος της ηλικίας τους και όχι αργότερα από τη συμπλήρωση του 35ου έτους της ηλικίας τους.».

Άρθρο 22
Αναστολή καταβολής εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για τους πληγέντες από τις πυρκαγιές της 23ης και 24ης Ιουλίου 2018

1. Για τις ασφαλιστικές εισφορές επιχειρήσεων, εργοδοτών και ασφαλισμένων που έχουν επαγγελματική εγκατάσταση ή δραστηριότητα σε περιοχές της Περιφέρειας Αττικής που επλήγησαν από τις πυρκαγιές της 23ης και 24ης Ιουλίου 2018 και έχουν υπαχθεί, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 του άρθρου 10 της από 26 Ιουλίου 2018 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 138), που κυρώθηκε με το άρθρο 3 του ν. 4576/2018 (Α΄ 196), ισχύουν οι ακόλουθες ρυθμίσεις:
α) Αναστέλλεται η υποβολή Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (ΑΠΔ) περιόδων Ιουνίου 2018 έως Νοεμβρίου 2018 έως τις 31.12.2019. Οι ΑΠΔ που δεν θα έχουν υποβληθεί, υποβάλλονται από 1.1.2020, παράλληλα με τις τρέχουσες ΑΠΔ, σε αντίστοιχους μήνες.
β) Αναστέλλεται η καταβολή τρεχουσών εισφορών, δόσεων εκκαθάρισης ασφαλιστικών εισφορών και δόσεων ρυθμίσεων έως τις 31.12.2019.
γ) Ειδικότερα οι δόσεις εκκαθαρίσεων εισφορών του ν. 4387/2016 που τίθενται σε αναστολή, εξοφλούνται από 1.1.2020 σε αντίστοιχες μηνιαίες δόσεις.
δ) Δόσεις ρυθμίσεων, γενικών ή ειδικών, που τίθενται σε αναστολή, καταβάλλονται στο τέλος της ρύθμισης σε αντίστοιχες μηνιαίες δόσεις.
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 2556/1997 (Α΄270) εξακολουθούν να ισχύουν.

 

Άρθρο 23
Πράξεις και συναλλαγές για τις οποίες απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας

Η προσκόμιση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας απαιτείται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Για την είσπραξη εκκαθαρισμένων απαιτήσεων ή την εξόφληση τίτλων πληρωμής από το Δημόσιο και τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, όπως καθορίζονται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και από αυτούς που ενεργούν πληρωμές με εντολή ή εξουσιοδότησή τους, εφόσον το ακαθάριστο ποσό του κάθε τίτλου ή της κάθε εκκαθαρισμένης απαίτησης υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.
Οι διατάξεις της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951 (Α΄ 179) εξακολουθούν να εφαρμόζονται, όπου απαιτείται αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, ανεξαρτήτως ποσού. Το αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας προσκομίζεται από τον δικαιούχο στους διενεργούντες την πληρωμή ή την εξόφληση του τίτλου, κατά την πληρωμή ή την εξόφλησή του.
β) Για τη σύναψη και την ανανέωση συμβάσεων δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων από τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα για ποσό άνω των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ, με την επιφύλαξη του άρθρου 27 του παρόντος. Το αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας προσκομίζεται από τον αντισυμβαλλόμενο στην τράπεζα ή στο πιστωτικό ίδρυμα κατά τη σύναψη ή ανανέωση της δανειακής σύμβασης και κατά την εκτέλεση αυτής από τον εισπράττοντα.
γ) Για τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς ανάληψης εκτέλεσης δημοσίων έργων ή προμηθειών από το Δημόσιο Τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία. Το αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας προσκομίζεται από τον υπόχρεο στην υπηρεσία που υποβάλλεται η προσφορά.
δ) Για τη συμμετοχή ως μέλος σε κοινοπραξία ή ως εταίρος σε ομόρρυθμη, ετερόρρυθμη ή περιορισμένης ευθύνης εταιρεία, από τον συμμετέχοντα.
ε) Για την απόκτηση αθλητή από Τμήματα Αμειβόμενων Αθλητών (ΤΑΑ) και τις Αθλητικές Ανώνυμες Εταιρείες (ΑΑΕ). Το αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας προσκομίζεται από το ΤΑΑ ή την ΑΑΕ στην Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού, σύμφωνα με το άρθρο 93 του ν. 2725/1999 (Α΄ 121).
στ) Για τη μεταβίβαση ακινήτων λόγω πώλησης, γονικής παροχής ή δωρεάς από τον πωλητή, τον παρέχοντα τη γονική παροχή ή δωρεά, αντίστοιχα, με την επιφύλαξη του άρθρου 25, εφόσον είναι ή ήταν:
αα) Φυσικό πρόσωπο υποκείμενο καταβολής ασφαλιστικών εισφορών ή νομικό πρόσωπο οποιασδήποτε μορφής, κοινωνία αστικού δικαίου, αστική κερδοσκοπική ή μη εταιρεία, συμμετοχική ή αφανής εταιρεία, καθώς και κοινοπραξία.
ββ) Μέλος κοινοπραξίας, αστικής εταιρείας, ομόρρυθμης εταιρείας, ομόρρυθμο μέλος ετερόρρυθμης εταιρείας, διαχειριστής Ε.Π.Ε., διευθύνων σύμβουλος, διευθυντής που ασκεί ή ασκούσε διοίκηση σε Α.Ε., διευθυντής, διαχειριστής, διευθύνων σύμβουλος συνεταιρισμού ή ένωσης συνεταιρισμών, διευθυντής, διαχειριστής και γενικά εντεταλμένος στη διοίκηση δημόσιας, δημοτικής και κοινοτικής επιχείρησης και εκμετάλλευσης κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ανεξάρτητα αν είναι νομικό πρόσωπο αλλοδαπής επιχείρησης και αλλοδαπού οργανισμού εγκατεστημένων στην Ελλάδα, ημεδαπού ή αλλοδαπού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα εγκατεστημένου στην Ελλάδα και σε κάθε είδους ιδρύματα.
γγ) Υποκείμενο καταβολής ασφαλιστικών εισφορών οικοδομικών έργων, οι άδειες των οποίων εκδόθηκαν εντός της τελευταίας εικοσαετίας από τη σύνταξη της σχετικής συμβολαιογραφικής πράξης.
ζ) Για τη σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου από τον παρέχοντα το εμπράγματο δικαίωμα, με την επιφύλαξη του άρθρου 25. Για τη σύσταση υποθήκης υπέρ του Δημοσίου, του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ δεν απαιτείται αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας.
η) Για τη μεταβίβαση μεταχειρισμένων επαγγελματικών αυτοκινήτων, μηχανοκίνητων θαλασσίων σκαφών άνω των πέντε (5) μέτρων, ελικοπτέρων, ανεμοπτέρων, αεροσκαφών και επαγγελματικών σκαφών αλιείας από τον μεταβιβάζοντα. Ειδικά για τη μεταβίβαση οχημάτων δημοσίας χρήσης, το αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας προσκομίζεται με την επιφύλαξη των παραγράφων 5 έως 7 του άρθρου 19 του ν. 4530/2018 (Α΄ 40) και του άρθρου 26 του παρόντος νόμου.
θ) Για να γίνει δεκτός εργολήπτης σε δημοπρασία οποιουδήποτε τεχνικού έργου, απαιτείται η προσκόμιση στις επιτροπές δημοπρασίας αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας. Δεν επιτρέπεται στις υπηρεσίες του Δημοσίου, των δήμων και κοινοτήτων, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών, που προβλέπονται από το άρθρο 12 του π.δ. 178/2000 (Α΄ 165), η θεώρηση ή έγκριση μελετών, προϋπολογισμών, εκθέσεων, γνωματεύσεων, που εκδίδονται από μετόχους του Ταμείου, αν δεν προσαχθεί το κατά το προηγούμενο εδάφιο αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας.

 

Άρθρο 24
Προϋποθέσεις χορήγησης αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας

1. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας απαιτείται ο αιτών να είναι ασφαλιστικά ενήμερος.
2. Ασφαλιστικά ενήμεροι θεωρούνται:
α) Φυσικά πρόσωπα υποκείμενα καταβολής ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τα οποία:
αα) δεν έχουν ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές οφειλές στον ΕΦΚΑ για την περίοδο έως 31.12.2016 και από 1.1.2017 δεν έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές, μετά το πέρας της ετήσιας εκκαθάρισης των ασφαλιστικών εισφορών και της οριστικοποίησης της ετήσιας ασφαλιστικής οφειλής, και παράλληλα καταβάλλουν, για το τρέχον έτος χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας, το ποσό που αντιστοιχεί στην κατά περίπτωση κατώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών, και
ββ) δεν έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στο ΕΤΕΑΕΠ και στον ΕΔΟΕΑΠ.
β) Οι εργοδότες, οι οποίοι κατά την ημερομηνία έκδοσης του αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας, δεν έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ και τον ΕΔΟΕΑΠ και έχουν υποβάλει τις απαιτητές Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις (ΑΠΔ).
γ) Οι ανάδοχοι ή οι εργολάβοι έργων του δημόσιου τομέα, όπως ορίζεται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και αυτών που ενεργούν κάθε φορά πληρωμές με εντολή ή εξουσιοδότηση των πιο πάνω, που δεν οφείλουν εισφορές από το έργο, για το οποίο χορηγείται το αποδεικτικό ή ως εργοδότες στον ΕΦΚΑ. δ) Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι υπόχρεοι εργοδότες ιδιωτικών οικοδομικών και τεχνικών έργων και δεν οφείλουν εισφορές στον ΕΦΚΑ από το έργο, για το οποίο χορηγείται το αποδεικτικό.
ε) Τα πρόσωπα των προηγούμενων περιπτώσεων, εφόσον έχουν υπαχθεί σε καθεστώς ρύθμισης, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, και τηρούνται οι όροι της. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τις ως άνω οφειλές:
αα) Για τα φυσικά πρόσωπα που είναι υπόχρεα καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, λαμβάνονται υπόψη οι ατομικές οφειλές, καθώς και οφειλές για τις οποίες το φυσικό πρόσωπο έχει ευθύνη για την εξόφλησή τους από τυχόν εργοδοτικές υποχρεώσεις, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
ββ) Για τα νομικά πρόσωπα λαμβάνονται υπόψη οι οφειλές τους από τυχόν εργοδοτικές υποχρεώσεις, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Ειδικά για τις προσωπικές εταιρίες, λαμβάνονται υπόψη τόσο οι οφειλές τους από τυχόν εργοδοτικές υποχρεώσεις όσο και οι οφειλές των φυσικών προσώπων που συμμετέχουν σε αυτές.

 

Άρθρο 25
Αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος

1. Ειδικά για τη μεταβίβαση ακινήτου εξ επαχθούς αιτίας ή για τη σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού, ισχύουν οι ακόλουθοι όροι:
α) Αν υπάρχει ρυθμισμένη οφειλή και τηρούνται οι όροι της ρύθμισης, χορηγείται από τον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, εφόσον η οφειλή είναι διασφαλισμένη σύμφωνα με τους όρους που ορίζει η απόφαση της παραγράφου 1 του άρθρου
29. Η οφειλή θεωρείται διασφαλισμένη ιδίως όταν παρέχεται εμπράγματη ασφάλεια σε άλλο ακίνητο κυριότητας του οφειλέτη ή όταν προσκομίζεται εγγυητική επιστολή πιστωτικού ιδρύματος ισόποσης αξίας.
Αν η οφειλή δεν είναι διασφαλισμένη, χορηγείται από τον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ βεβαίωση οφειλής, που υπέχει θέση ασφαλιστικής ενημερότητας, υπό τον όρο της παρακράτησης από το τίμημα ποσού μέχρι του ύψους της οφειλής.
β) Αν υφίσταται οφειλή που δεν είναι ρυθμισμένη, χορηγείται από τον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ βεβαίωση οφειλής, που υπέχει θέση ασφαλιστικής ενημερότητας προς τον σκοπό της μεταβίβασης, με τον επιπρόσθετο όρο παρακράτησης του ποσού της οφειλής από το τίμημα και απόδοσής του στον οικείο φορέα από τον συμβολαιογράφο.
2. Για τη μεταβίβαση ακινήτου λόγω χαριστικής αιτίας, εφόσον υφίσταται οφειλή, ρυθμισμένη ή μη, χορηγείται από τον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας προς το σκοπό της μεταβίβασης ή της παραχώρησης, εφόσον υπάρχει ισόποση διασφάλισή της.

 

Αναλυτικά το ΦΕΚ



« Επιστροφή